Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009

Έλα μου...

Για να δούμε… Το πήραμε το κολάι. Τώρα γιατί δε γράφουμε μου λέτε; Μήπως δεν έγινε τίποτα σχολιασμού άξιο τις τελευταίες ημέρες; Πως, έγινε! Γιατί δε γράψαμε όμως ε; Μήπως έχουμε αυτό το του συγγραφέα (τρομάρα μας); Κάπως περίεργα το λένε… Α ναι, το φόβο της λευκής σελίδας. Τώρα αν αυτό θα έπρεπε να λέγεται ο φόβος του λευκού pixel πλέον λόγω οθόνης είναι από άλλο ανέκδοτο (άμα δεν ξέρετε ψάξτε σε κανένα Google – δεν είμαστε για μαθήματα ώρα που ‘ναι). Ας πούμε όμως πως είναι ο φόβος που μας καίει. Επειδή βλέπετε δύο μαλακίες γράψαμε και κάναμε τρελή επιτυχία. 100% των φίλων στους οποίους δώσαμε το σύνδεσμο προς τη σελίδα μας διαβάσανε. Αμ πως! Μεγάλο σουξέ. Πέντε ΟΛΟΚΛΗΡΟΙ αναγνώστες. Μη μου πείτε, σας κούφανα!

Επειδή σήμερα βαριέμαι να πω τίποτα έξυπνο θα παραθέσω διάφορες άσχετες σκέψεις και ανεκδοτικά αποσπάσματα. Κάτι η οικογενειακή ιστορία, κάτι τα κουφά φίλων και γνωστών. Ε δε θα βγει μια σελιδούλα; Έτσι να ‘χουμε να πορευόμαστε δηλαδή. Να αρχίσουμε από τις γνωστές δίαιτες; Είμαι σίγουρος πως κάποιες απ’ αυτές τις έχετε ξανακούσει. Δεν μπορώ όμως στον πειρασμό να αντισταθώ. Θα σας πω το δικό μου Top 3.

Στην τρίτη θέση βρίσκεται η γνωστή «άστο γι’ αργότερα, δε βαριέσαι τώρα, θα το κάνω μετά, παραπέμπω στις Ελληνικές καλένδες» η κατά κόσμο γνωστή «Από Δευτέρα Δίαιτα». Η ΑΔΔ που λέτε είναι η μεγαλύτερη εχθρός και η καλύτερη φίλη των απανταχού λιγούρηδων, μασαμπούκηδων και λοιπών αντρών και γυναικών με υγιή όρεξη και απύθμενο στομάχι. Η μεγαλύτερη εχθρός γιατί μας θυμίζει συνεχώς ότι ρε παιδάκι μου βασικά έχω γίνει ζώο, καλά θα ήταν να έχανα κανένα κιλάκι (έως και 20, λέμε τώρα) και άλλα τέτοια υπαρξιακά και μαζοχιστικά. Η καλύτερη φίλη γιατί για όσους δε μας ξέρουν μπορεί και να πείσουμε (ανάλογα με το ποια θεατρική σχολή έχουμε τελειώσει) ότι δεν είμαστε στην πραγματικότητα αυτοί οι λιγούρηδες (κρατήστε καλέ το παιδί θα μας το φάει αυτός!) που βλέπετε. Ένεκα της περίστασης το κάνουμε, με μια σαλάτα τη βγάζουμε συνήθως! Μεταξύ μας τώρα για μας τα λέμε όλα αυτά και κανείς δε μας πιστεύει. Το αντιπαρερχόμαστε.

Η δεύτερη δίαιτα είναι του ανανά. Σας μπέρδεψα; Είναι η δίαιτα του τρώω απ’ όλα εκτός από ανανά. Τι καλό θα σου κάνει θα μου πείτε τώρα. Μην το βλέπετε κυριολεκτικά ρε ‘σεις. Μην κολλάμε στις λέξεις. Το τρώω απ’ όλα εκτός από ***** είναι η δίαιτα των γνωστών και ως τροφαντών (καλέ πόσο κομψή είσαι Μαρίκα μου; Την είδες; Θα ‘βαλε κιλά, το κόβω εγώ. Σιγά μην έχασε 10!) δεσποινίδων που κάθε βδομάδα δοκιμάζουνε και μία νέα, πρωτοποριακή, εγγυημένη, αξεπέραστη, τέλεια, απόλυτη δίαιτα από κάποιο περιοδικό (Την κάνει κι η Στρέιζαντ δεν το ξέρεις;) κατά την οποία μπορείς να φας ότι τραβάει η ψυχή σου εκτός από το ένα συστατικό. Τώρα το ότι το συστατικό είναι κατά βάση κάτι σε στυλ λιπαρά, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες το αγνοούμε. Μπορείς να φας απ’ όλα ε; Λίγο μακαρόνια; Αχ ναι αλλά χωρίς σάλτσα ντομάτας – έχει ζάχαρη το ήξερες; Λίγο τυράκι; Μόνο κασέρι αν σου βρίσκεται. Το άσπρο τυρί κάνει κακό στη χώνεψη. Και άλλα τέτοια. Φιλική συμβουλή: αποφύγετε τα καλέσματα για φαγητό, θα καταλήξετε εσείς στο φούρνο με μηλαράκι στο στόμα. Και όχι δε μας νοιάζει αν το μήλο βοηθάει την αφόδευση. Ά μα πια!!!

Η πρώτη, και καλύτερη, δίαιτα είναι η Δίαιτα Της Πάπιας. Τώρα μη νομίσετε ότι η αυτή η ΔΤΠ έχει την οιαδήποτε σχέση με την ΔΤΑ έτσι; Καμία σχέση! Πώς λέμε η μέρα με τη νύχτα; Κάτι τέτοιο χωρίς την πτώση στις θερμοκρασίες κατά τις πρώτες πρωινές ώρες. Η ΔΤΠ είναι προϊόν μεγάλης έμπνευσης. Όταν σε έφτιαχνε Ο Θεός... Όταν σε έφτιαχνε Ο Θεός... Πρέπει να είχε... Πρέπει να είχε... Έμπνευση. Μας τραγούδαγε λάγνα και η Βίσση. Είναι η δίαιτα όπου τρως απ’ όλα και κάνεις την πάπια. Ποιος εγώ; Πότε; Πού; Πώς; Γιατί το λες αυτό; Εγώ το τελευταίο τρίγωνο πανοράματος που έφερες από Θεσσαλονίκη; Ποτέ! Εγώ το τελευταίο κομμάτι απ’ τη σπανακόπιτα της θείας; Και τη μπριζολίτσα από προχθές; Τι λες καλέ; Αφού το ξέρεις πως προσέχω τη σιλουέτα μου! Επικοί καβγάδες στη κουζίνα υπό το φως του ψυγείου. Κλείστε την πόρτα καλέ – πρέπει να αποκτήσουμε και περιβαλλοντική συνείδηση τώρα! Ίσως με τόσους καβγάδες, φωνές, μπορεί και κανένα χαστούκι άμα ανάψουν τα αίματα, να καίμε και τις θερμίδες. Όρκο δεν παίρνουμε. Αν μη τι άλλο όμως, με αυτή τη δίαιτα ξαφνικές ορέξεις δεν έχουμε. Ή μάλλον έχουμε. Απλώς δεν προκαλούν ψυχολογικά!

Και για να κλείνουμε αυτό το άρθρο, που είναι λίγο πλίνθοι τε και κέραμοι ατάκτως εριμένοι, η αλήθεια να λέγεται, έχω να σας προτείνω μία δίαιτα μούρλια. Κι αν δεν χάσετε καθόλου μα καθόλου κιλά με αυτή, ε τότε κάτι τρέχει να πάτε να κοιταχτείτε. Είναι κι απλή. Ένα πράμα μόνο θα κόψετε. Καλό ε; Ένα πράμα λοιπόν. Το φαγητό. Όχι για δοκιμάστε το. Σε μια βδομάδα θα δείτε τα πρώτα σημάδια. Σε δύο θα δυσκολεύεστε να δείτε αλλά θα είστε ότι πρέπει για μοντέλο. Στις τρείς δεν θα είστε μόνο μοντέλο αλλά θα σκοτώνονται και ποιος θα σας προσλάβει. Στην τέταρτη θα κάνετε φωτογραφήσεις μόνο στην οριζόντια θέση. Στην πέμπτη θα σας λυπούνται τα παιδάκια απ’ την Αφρική. Ε πως! Η ομορφιά τον πόνο της τον θέλει!

Azrael

Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

Φιλικές Απαιτήσεις

Έν φυσιολογικόν να χιέλει ο μέσος άδρωπος για γιενέκα μιαν σχέσην γιατί επι το πλείστον σκεφτούμαστιν με τα πέη τζιαι τους κόλπους. Η φύση χιέλει μας να κάμομεν μωρά για να διαιωνηστεί το είδος. Αμμά η φύση έν μια ρουφτζιάνα επίσης γιατί αν ο στόχος του καυκώματος επιτευχεί εν ισυχάζεις ώστι να ξέρεις ότι ούλλοι οι φίλοι σου τζιαι ειδικά οι κολλητοί σου επίσης είναι σε μιάν σχέσην.

Τραναχτόν παράδειγμαν μια κολλητή μου. Η δυστυχής δεσποινίδα γνώρισεν τον έρωταν της ζωής της. Εχώρηεν τον επειδή έκαμεν της τζιέρατον αμμά εν τον εξίαεν. Επί τρία γρόνια τον εβουρούσεν που δισκοθήκην σε δισκοθήκην για να δει με πκοιάν συντυχάννει τζιαι μετά πκοιάν εννά πάει έσσω αφού το κοπελλούιν σαν καθαρός αρσενικός ήξερεν ότι η συνκεκριμένη εν ερωτεμμένη μέχρι αηδίας μιτά του τζιαι είσιεν την εις το περίμενε. Τζιαι με τούτον εννοώ ότι αν μεν του εκάθετουν καμιά άλλη έπκιαννεν την τηλ για να βρεθούσιν για γλέντιν τζιαι επειδή πολλές γιενέτζιεις έν νάκκον παλαβές ενόμιζεν ότι αφού πάει μιτά της σημαίνει ότι αγαπά την. Τραγικόν εν ναιν; Μην προσβάλλεστε κοπελιές. Εν είσαστεν ούλλες έτσι αμμά πλύν των ιερόδουλων οι γιενέτζιες συνδέουν την συνουσίαν με τον έρωταν. Οι αρσενιτζιοί κάμνουν το μόνον για την ευχαρίστησην επειδή εν γεννημένοι ιερόδουλες. Ορπίζω να μεν σας ήρτεν απότομον φιλενάδες.

Μετά που η κολλητή μου έγινεν νέον είδος ταράνδου ο έρωτας της αποφάσησεν να σοβαρευτεί τζιαι έχουν τα κανονικά τζιαι με τον νόμον. Ευκαριστήθηκεν τζιαι έπναεν η ψυσιή της; Σίγα μεν κουτσουβλήεις. Αντιθέτως τωρά που η ζωή της έσασεν έβαλεν αυτοσκοπόν να με κανονήσει με καμιάν γιατί ''ο έρωτας εν ωραίον πράμαν!!''. Ναι είδαμεν την ξεφτύλαν που επέρασες τζιαι το κλάμαν που έσυρνες κάθε βολάν που επήαιννεν τζιαι με άλλην. Τζιαι με έντα καρκιάν να της πεις ότι ο έρωτας της είσιεν καταντήσει στο 5ον τζιέρατον αρχαία τραγωδία τζιαι ειστό 10ον αρρώσκια;

''Μα γίνεται να μεν θέλεις σχέσην; Γίνεται να μεν θέλεις να παντρευτείς; Σκέφτου έντα ωραία εννά ήταν αν εφκαίνναμεν τα ζευκαρούθκια μαζίν!!'' Μακάρι να τα έφκαλα που τον πισινόν μου αμμά όι. Έτσι κουβέντες ακούω σχεδόν καθημερινά. Να της λαλείς όι εν με ενδιαφέρουν τζιαι να σου λαλεί ότι εν ναιν φυσιολογικόν. Που να ήξερεν πόσον φυσιολογικός είμαι...! Σε σύνκριση μιτά της προφανώς πολλά. Που να καταλάβει σε μερικούς εν τους αρέσκει τζιαι τόσον η συνουσίαν, η υποχρέωση τζιαι η ευθύνη του να ζιείς σε μιάν σχέσην τζιαι προ πάντων το φλέρτ. Γιατί το είσαξεν ο Ελληνισμός που την δύσην εν ιμπόρω να καταλάβω. Εν λογικόν να το παίζεις δύσκολος, να περνάς που εξέτασην τα μηνύματα σου πριν τα πέψεις, να προγραμματίζεις ένταμπου εννά πείς κτλ.; Έτσι παιγνιούθκια σπάζουν μου την. Αρέσκεις μου. Αρέσκω σου; Γιατί δεν περνούμαστεν; Τέλος! Δίχα μουσκουρούθκια. Καθαρά τζιαι κοφτά.

''Που εννά σου κάμουσιν προξένια οι γονιοί σου εννά δεις αν δεν θα παντρευτείς!'' Γιατί πρέπει να πάρω όπκοιον μου πούσιν; Ζιούμεν ειστόν προηγούμενον αιώναν; ''Εννά την απορρύψω όπκοια τζιαι να ναι!'' λαλώ. ''Εν θέλω σχέσεις. Εν θέλω να παντρευτώ!!'' ''Έντα γάρος!!'' απαντά. Όπως καταλαβαίννετε...ο γάρος έιπεν του πετεινού τζιεφάλα.

Η αθρωπότητα άρκεψεν να καταδιώκει τους βάρβαρους, μετά τους αλλόθρησκους, μετά τους εβραίους, μετά τους τρομοκράτες αράπηες. Έν η σειρά των μόνιμως εργένηδων άραγε σου; Έχω πολλήν μύλλαν, εννά κάμω καλόν σαπούνιν!

Μέτατρον

Χαμένος...

Καλημέρα σας, ή καλησπέρα σας, ή κάτι τέλος πάντων. Τι μου κάνετε; Πώς είστε; Καλά; Πάντα καλά! Εγώ; Πώς είμαι ρωτάτε; Τι κάνω; Άστε το καλύτερα. Άστε το που σας λέω. Γιατί επιμένετε καλέ; Μωρέ σίγουρα θέλετε να ξέρετε; Σίγουρα; Δε θα το μετανιώσετε δηλαδή ε; Άντε θα σας πω: σκατά. Γιατί; Μόλις έχασα τη μύτη μου. Όχι, όχι δε σας δουλεύω. Η γαλλική μου μυτούλα (δείτε κλασσική μεσογειακή μυτόγκα) έβγαλε τα φτερά της απελπισίας, πέταξε μέσα από τους αεραγωγούς και κρύφτηκε στο φο-πλαφόν (ελληνιστί ψευδοτάβανο) του γραφείου. Και δε θέλει να κατέβει η πουτάνα! Σας μπέρδεψα; Καλά θα το κάνω πιο λιανά. Ας το πάρουμε απ’ την αρχή.

Σήμερα είμαι στο γραφείο. Πρωτότυπο ε; Και χθες εδώ ήμουνα κι αύριο εδώ θα είμαι. Πώς λέμε θα βγάλω ρίζες; Το κλιματιστικό κλασσικά απεργεί (δείτε πιο κάτω το χθεσινό μου παραλήρημα) και ο ήχος των πλήκτρων μου τριβελίζει τον εγκέφαλο κανονικά και με το νόμο. Έρχομαι που λέτε γραφείο το πρωί. Νωρίς, νωρίς με τη δροσούλα (μόνο 35 οι βαθμοί εκεί έξω, μόνο 45 στο γνωστό γυάλινο ανελκυστήρα - παράδεισος). Προσπαθώ να χρησιμοποιήσω την κύρια είσοδο. Αμ δε! Κλειδωμένη. Χτυπάω τον κωδικό μπας και ξεκλειδώσει. Όνειρα θερινού πρωινού. Πάμε λοιπόν απ’ το παρκινγκ. Κατά μήκος του κτιρίου, κατεβαίνουμε απ’ τη ράμπα, προσευχόμαστε να μη βγαίνει κανείς με το κινητό στ’ αυτί, κρίμα τα νιάτα μας και την ομορφιά μας. Φτάνουμε στον ανελκυστήρα. Παθαίνουμε αφυδάτωση. Φτάνουμε στο γραφείο, αφήνουμε την τσάντα, ανάβουμε τον υπολογιστή (θαύμα, δε βγάζει καπνούς) και πάμε να κάνουμε καφέ, να πιούμε ένα νερό, κάτι ρε παιδί μου. Μην παίξουμε τις κλασσικές σκηνές απ’ τις ταινίες με τον ήρωα να παραπαίει πάνω στου αμμόλοφους ενώ ο καυτός ήλιος τον χτυπάει αλύπητα και τα όρνια τον γυροφέρνουν περιμένοντας το τελευταίο βήμα για να ξεσκίσουν την αφυδατωμένη (αλλά περίεργα ελκυστική) σάρκα του. Και μη ξεχνάμε, στην πραγματική ζωή δεν παίζει να βρούμε όαση. Έτσι; Μη νομίζετε δηλαδή.

Πάμε λοιπόν για τον καφέ. Ανοίγουμε την πόρτα της κουζινούλας. Προχωρημένο το γραφείο μας, ψυγείο (απ’ τα μικρά – χωράει δύο ολόκληρα μπουκάλια γάλα), πλυντήριο πιάτων ( το οποίο έχει τη λάθος πρίζα και δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε), φούρνο μικροκυμάτων (νομίζω κάποτε ήταν χρώματος άσπρου) και ατέλειωτα ντουλάπια. Και όπως ανοίγει η πόρτα, κι ονειρεύεσαι εσύ το κρύο νεσκαφέ να σου δροσίσει το λάρυγγα, στη δίνει κατάμουτρα, σαν μπουνιά ένα πράμα, μία δυσωδία… Ένας συνδυασμός ψαριού που ξέβρασε η θάλασσα και περιττωμάτων άρρωστου σκυλιού, με μία δόση πολιτικής συνείδησης (μη ρωτήσετε πως βρωμάει αυτό, διαβάστε καμιά εφημερίδα). Και σκουντουφλάμε (δεν το γλυτώσαμε το κινηματογραφικό τελικά), βάζουμε το χέρι μπρος στη μύτη, και εμπρός προς τη δόξα (του καφέ) τραβάμε. Βρίσκουμε ένα φλιτζάνι (καθαρό; περίεργα πράγματα συμβαίνουν στο γραφείο του λυκόφωτος σήμερα), βάζουμε, καφεδάκι, νεράκι, γαλατάκι (σε μορφή θρυμματισμένου πάγου, γρανίτα με γεύση γάλακτος, τα παιδιά σας θα πιούνε το γάλα τους!) και διάφορα άλλα υποκοριστικά. Και την κάνουμε προς την πόρτα.

Έλα όμως που την τελευταία στιγμή η περιέργεια νικάει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης; Κακό αυτό πρέπει να το κόψω. Ανοίγω λοιπόν τα ντουλάπια και ψάχνω την πηγή της βρωμιάς (μην ακούσω τίποτα εξυπνάδες για το Μαξίμου – δικό μου είναι το κειμενάκι). Και το βρίσκω. Ήταν ένα καρβέλι ψωμί. Νομίζω τουλάχιστο. Με το που ανοίγω το ντουλάπι το πράσινο και τριχωτό «αντικείμενο», ανασκουμπώνεται, κάθεται σταυροπόδι, γυρίζει και με κοιτάει με τα μάτια ολικής αλέσεως: «Ρε φιλάρα. Παίζει κανά τσιγαράκι;» Κάπου εκεί, με το καρβέλι σε στυλάκι αχθοφόρου απ’ το λιμάνι Πειραιά, αντιλαμβάνομαι πως οι αναθυμιάσεις είναι μάλλον επικίνδυνες και την κάνω. Με το που ανοίγω όμως την πόρτα πετάγεται η μύτη, ξεδιπλώνει τα φτερά, και χάνεται. Και κάθομαι τώρα εγώ στον υπολογιστή κι αναρωτιέμαι: Μωρέ μήπως τελικά τα ‘χω χάσει λιγουλάκι; Όχι πολύ. Να, όσο πατάει η γάτα (άμα θες να πεις τον ελέφαντα γάτα)…

Azrael

Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

Άστα να πάσιν

Προς υπεράσπισην μου εν είμουν κάτω σε καφετερίαν να απλώννω ζάμπαν! Εξύπνηα εγιώ ο κακορίζικος το πουρνόν να κάτσω να θκιεβάσω τζαι κατζλή (κάτι μεταξύ καλής και κατζιάς) ώρα που σε ήβρα μέστο ΜΣΝ γιατί η παρέα σου έν εθιστική όπως το τσιάρον που ποττέ εν εκάπνισα (μόνον πούρα). Ως το δείλις εν είχα κάμει τίποτε τζαι είπα ότι εν πάει άλλον. Πρέπει να κάμω κάτι τουλάχιστον. Εν τέλη έμεινα αθκιέβαστος...!!

Κατά τες 9 παρά έπεσεν τελέφωνον που την κολλητήν για το ένταμπου εννά κάμομεν πόψε τζαι άρκεψεν η νύχτα να μου έρκεται ανάποδα. Έσιει έξι μήνες να πάω κλαπ. Η κολλητή επήεν με κάτι φίλες της εψές που εν εμπορούσα εγιώ λόγω τραπεζιού τζαι εβαρκέτουν πόψε γιατί ούτις αλλιώς το συνηθές κλαπ μας άλλαξεν είπεν τζιαι εν ναιν καλόν πκιόν. Τζιαι μετά που καμιάν ώραν έσυρεν τζιαι την βόμβαν ειστήν καφετερίαν που επήαμεν να πλώσομεν ζάμπαν (την νύχταν επαναλαμβάννω). ''Εν είμαι του κλαπ πκιόν!! Εβαρέθηκα τα κλαπ!! Έντζιαι θέλεις να πάμεν ξανά ειστό ....... εν ναιν;'' Τζιέιντην ώραν ανάψαν τα λαμπούθκια μου σαν το χριστουγεννιάτικον όι γιατί εθύμωα αμμά γιατί ήρτεν μου επιφώτιση. Εγιώ θέλω να πάω κλαπ. Όπκοιος κοπιάσει. Αν μεν θέλει ούτε εγιώ πρόκειται να την ακολουθώ στην δουλειάν του γκόμενου πκιόν, έσιει 2 γρόνια...κανεί!! Ούτις αλλιώς τζιιμέσα έν γκομενοθύελλα. Γιατί να πααίννω τζιαι να κολάζουμαι με το απαγορευμένον. Έλεος εκατάντηα Βίσσιη (πλυν την διεθνήν [?] καριέραν).

Εν τέλη ήρτα έσσω να γράψω στο ιστολόγιον τζαι να δηλώσω ότι αν ήταν να θκιαλέξω μεταξύ 6 μηνών δίχα κλαπ τζαι 6 μηνών δίχα συνουσίαν είσιεν να θκιαλέξω το πρώτον φυσικά!! Ακατάχνωτα! Η συνουσία έν υπερτιμημένη. Ή μόνη απαίτηση του κλαπ είναι να ντυθείς κόσμια. Ποττέ έθα σε κρίνει αν εν άντεξες ως το τέλος, αν ενύσταξες μέστην μέσην του κκιεφκιού, αν μεν το κάμεις σωστά τζιαι ποττέ εν έσιει πονοτζιέφαλον, ποττέ εν ναιν κουρασμένον τζαι πάντα κρατα 3-4 ώρες. Η συνουσία το πολλύν έναν μισάωρον τζιαι το καλόν το γλέντιν ποττέ πάνω που 3-4 λεπτά!

Είμαι επισήμως με τες ανάποδες μου. Κακόν πράμαν να είσαι σε μιάν μονοδρομικήν φιλίαν. Φταίω τζιαι εγιώ που εν έχω απαιτήσεις τζιαι ικανοποιώ τους άλλους. Το πρόβλημαν έναι ότι με τες απαιτήσεις μπορεί να καταλήξω τζιαι μανιχός μου. Κακόν πράμαν η φιλία που εν χωρεί απαιτήσεις. Όπως θκιεβάζεται εγιώ είμαι κακός ιστολόγος. Ο φιλενάς μου αντιθέτως κατέχει το λέγειν. Ποσιαιρετώ.

Μέτατρον

Λέμε τώρα...

Πήγε για καφέ ο άλλος κατάλαβες; Κι εγώ εδώ στη δουλειά. Τον καπιταλισμό μου μέσα. Που πρέπει να κάθομαι εγώ εδώ Σαββατιάτικα σε ένα γραφείο χωρίς κλιματιστικό (καλό αυτό, μη ξεχάσω να το εξηγήσω αργότερα) και να βαράω πλήκτρα αντί να αράζω στην πλαζ να παίρνω μάτι ηλιοκαμένα κορμιά με μαγιό. Πίσω στο κλιματιστικό τώρα.

Κάθομαι που λέτε μπροστά στον υπολογιστή γιατί, ως γνωστό, οι διαδικτυακές φίρμες (βλέπε εταιρείες) δε γνωρίζουν από Σαββατοκύριακα κι αργίες. Σας είπα πως δουλεύω για μία εταιρεία με διαδικτυακή παρουσία; Δεν σας το ‘πα. Ή μάλλον σας το ‘πα τώρα. Τέλος πάντων, είμαι στο γραφείο. Καλά; Καλά. Το γραφείο είναι σε ένα κτίριο και γαμώ. Όλο γυαλί και γρανίτη. Τώρα το ότι ο ήλιος βαράει κέντρο τη γυάλινη πρόσοψη και ανεβάζει τη θερμοκρασία στον επίσης γυάλινο ανελκυστήρα στους 50 βαθμούς και βάλε το αντιπαρερχόμαστε έτσι; Τι σου είναι τώρα μια αφυδάτωση άμα δουλεύεις σε σινιέ γραφείο, ε; Μικροπράγματα. Έλα όμως που από χθες το κλιματιστικό αποφάσισε να κόψει τα κρύα; Καλοκαιράκι σου λέει, δεν κάνω κι εγώ τις διακοπούλες μου; Άμεσα και αμέσως άρχισε φυσικά η τεχνική Οδύσσεια.

Δώστε τώρα βάση στην πενιά γιατί θα σας χάσω το νιώθω. Έρχεται ο υπεύθυνος τεχνικός του γραφείου και δίνει χρησμό: «Το κλιματιστικό ανήκει στο κτίριο. Θα πάρω τον διαχειριστή να τα κανονίσει». Όπα, λέμε εμείς οι ξεραμένες πλέον γαρδένιες, τυχεροί είμαστε. Αμ δε. Τελειώνει η ημέρα, η νύχτα είναι δικιά μας, πάμε για ποτό παιδιά; Πάμε, πάμε! Στη μαρίνα δίπλα στο καζίνο με τα γιότ λοιπόν (μην το ψάχνετε, ούτε Κύπρο ούτε Ελλάδα παίζεται η φάση, είμαι αλλού). Μας δροσίζουν οι μπύρες και σπάμε και νωρίς γιατί αύριο έχουμε γραφείο. Τσουπ, το πρωί, 50 βαθμοί. Και το κλιματιστικό απών. Κι εμείς δουλειά. Τσουπ, σκάει μύτη κι ο τεχνικός: «Ο διαχειριστής λέει πως το κλιματιστικό ανήκει στην εταιρεία μας και πρέπει να το φτιάξουμε εμείς. Αλλά είμαι σίγουρος πως ανήκει στο κτίριο. (Πώς λέμε κοινόχρηστο ένα πράμα;) Το ‘πα στον Χ (ονόματα δε λέμε, υπολήψεις δε θίγουμε) και θα γράψει μία αναφορά». Σιγή.

Η ώρα πήγε 7 και είμαι ακόμη στη δουλειά. Κάτσε. Τι θυμίζει τώρα αυτό; Καλέ το τραγούδι! Η ώρα πήγε μία / και είδηση καμία… Ποιος το ‘λεγε να δεις… Το βρήκα! Ο Κραουνάκης το τραγούδησε σε πρώτη εκτέλεση. Τι σου κάνει το Ιντερνέτ, ε; Τα πάντα βρίσκεις. Τώρα που θυμήθηκα τα τραγούδια, να έβαζα καμιά μουσικούλα να παίζει; Το ‘χουμε που το ‘χουμε το mp3 (όπως επίσης και ένα ψιλοψώνιο με τη νέα τεχνολογία – μη μας παρεξηγείτε). Βάλαμε και μουσική. Κάτι από τζαζ, κάτι από έντεχνο, θα το βγάλουμε το βράδυ. Κάτι ήθελα να πω όμως και ξεχάστηκα. Τι ήταν να δεις; Α ναι! Ο άλλος που πήγε για καφέ!

Συγγραφικό ζεύγος είμαστε κατά βάση στο ιστολόγιο αυτό. Δε θα είναι δηλαδή ο δικός μου δωδεκάλογος εδώ (μην πει κανείς ο Δωδεκάλογος του Γύφτου σας έφαγα). Συνήθως θα παίζει κάτι σε ψιλοδιάλογο, ψιλοδιαφωνία, ψιλοκαυγά, θα ψιλοτραβάμε μαχαίρια, θα ψιλοθίγουμε οικογένειες και υπολήψεις, θα ψιλοδουλεύμουμε τους εαυτούς μας και όποιο μας διαβάζει. Έτσι στο κουβέντα να γίνεται, σε δουλειά να βρισκόμαστε, δουλειά δεν είχε ο διάολος, αεργία μήτηρ πάσης κακίας (είμαι και μορφωμένος τρομάρα μου), και άλλα πολλά εμπριμέ που τραγούδαγε κι ο Μηλιώκας. Τώρα, άμα γουστάρετε, κρατήστε λίγο την τοποθεσία για να δούμε όλοι μαζί τι παίζεται. Τα λέμε λοιπόν, ώ παίδες Ελλήνων, πρέπει να κάνω και καμιά δουλειά.

Azrael